Όπως και κάθε άλλος ιός, ο SARS-CoV-2 εξελίσσεται καθώς μεταλλάσσεται με το πέρασμα του χρόνου. Αν και οι περισσότερες μέχρι σήμερα διαπιστωμένες μεταλλάξεις δεν έχουν επίδραση στη λειτουργία του ιού, ορισμένες από αυτές έχουν κερδίσει την πρόσοχή των επιστημόνων λόγω της ταχείας επικράτησής τους σε συγκεκριμένους πληθυσμούς, του τρόπου μετάδοσής τους ή της κλινικής βαρύτητας της νόσου που προκαλούν. Ο χαρακτηρισμός των αξιοσημείωτων στελεχών του ιού γίνεται με χρήση γραμμάτων της ελληνικής αλφαβήτου, για παράδειγμα “alpha, beta, delta variant”.
Το τελευταίο χρονικό διάστημα η ιατρική κοινότητα εστιάζει στο στέλεχος SARS-CoV-2 Delta variant. Η συγκεκριμένη μετάλλαξη προκάλεσε ένα σημαντικό κύμα λοιμώξεων στην Ινδία (όπου τα νέα κρούσματα έφθασαν να ξεπεράσουν τα 400.000 ημερησίως), κατά τη διάρκεια του Απριλίου και Μαΐου και έδειξε στοιχεία ανθεκτικότητας στον εμβολιασμό.
Το στέλεχος Delta έχει συνδεθεί με επιδημικά κύματα της COVID-19 σε μεγάλο αριθμό χωρών όπως στο Νεπάλ, χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας ενώ η αναγνώρισή του στο Ηνωμένο Βασίλειο επέτρεψε τη λήψη αξιόπιστων επιδημιολογικών δεδομένων.
Το συγκεκριμένο στέλεχος Delta βρέθηκε να είναι 60% πιο μεταδοτικό από το στέλεχος Alpha (Βρετανική μετάλλαξη), ενώ παράλληλα μειώνει σε κάποιο βαθμό την αποτελεσματικότητα των εμβολίων έναντι της COVID-19.
Συγκεκριμένα για τα άτομα που έχουν λάβει μόνο μία δόση η αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού φάνηκε να μειώνεται από 50% (για τη Βρετανική μετάλλαξη) σε 33%. Η δεύτερη δόση του εμβολίου φάνηκε να αυξάνει σημαντικά την αποτελεσματικότητά του σε 60% για το εμβόλιο της AstraZeneca και σε 88% για το εμβόλιο της Pfizer του οποίου η αποτελεσματικότητα απέναντι στη Βρετανική μετάλλαξη έχει υπολογιστεί σε 93%.
Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν βαρύτερη κλινική εικόνα με διπλασιασμό των πιθανοτήτων νοσηλείας για τους προσβεβλημένους. Οι ασθενείς που έχουν λάβει μία δόση του εμβολίου έχουν 75% λιγότερες πιθανότητες να χρειαστούν νοσηλεία σε σύγκριση με τους μη εμβολιασμένους. Για τα άτομα εκείνα που έχουν λάβει δυο δόσεις του εμβολίου το αντίστοιχο ποσοστό φτάνει στο 94%.
Στα παιδιά η συμπτωματική λοίμωξη παραμένει σχετικά ασυνήθης. Όταν συμβαίνει είναι κατά κανόνα ήπια αν και έχουν αναφερθεί μεμονωμένες περιπτώσεις σοβαρής λοίμωξης.
Όσον αφορά στην Ελλάδα, το πιθανότερο σενάριο προβλέπει τη συγκεκριμένη μετάλλαξη να επικρατήσει στον ελληνικό χώρο όχι κατά τους θερινούς μήνες αλλά περίπου στα τέλη του φθινοπώρου και τους πρώτους χειμερινούς μήνες. Ποσοστό των εμβολιασθέντων έναντι της COVID-19 άνω του 30% του γενικού πληθυσμού φαίνεται να καθυστερεί σημαντικά την επέκταση της μετάλλαξης.
Ίσως η μετάλλαξη Delta να μην αποτελεί πραγματική απειλή η οποία όμως θα έλθει από στελέχη τα οποία πραγματικά είναι ανθεκτικά στα εμβόλια. Οι ελπίδες για περιορισμό της COVID-19 εναπόκεινται στον εμβολιασμό, την τήρηση των μέτρων ατομικής προστασίας, την επιδημιολογική επιτήρηση και την ιχνηλάτηση των επαφών των κρουσμάτων.