Ο ανθρώπινος μεταπνευμονοϊός (hMPV) δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πρόσφατη ανακάλυψη. Ολλανδοί επιστήμονες αναγνώρισαν το συγκεκριμένο ιό το 2001, ενώ τα ερευνητικά δεδομένα έχουν αποκαλύψει παγκόσμια διασπορά του και αιτιολογική σχέση του με λοιμώξεις αναπνευστικού για περισσότερο από 60 χρόνια. Εκτιμάται ότι μέχρι το 2018, σε παγκόσμιο επίπεδο, 14.2 εκατομμύρια λοιμώξεις αναπνευστικού σε παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών προκλήθηκαν από τον hMPV.
Ο hMPV έχει πλέον ταξινομηθεί ως μέλος της οικογένειας Pneumoviridae και αποτελεί RNA ιό. Εχει διαπιστωθεί ότι και οι 4 διαφορετικοί κύριοι τύποι του ιού κυκλοφορούν παράλληλα στην παγκόσμια κοινότητα, με έναν από αυτούς να κυριαρχεί κάθε χρόνο.
Σε πειραματικά μοντέλα με χρήση πειραματοζώων, ο hMPV έχει διαπιστωθεί να προκαλεί συμπτώματα λοίμωξης αναπνευστικού, σημαντικού βαθμού και παρατεινόμενη φλεγμονή στο αναπνευστικό δέντρο και συσχετίσθηκε με υπερπαραγωγή βλέννης, υπερπλασία του αναπνευστικού επιθηλίου με ακόλουθο απόφραξη και υπεραντιδραστικότητα του αναπνευστικού σωλήνα.
Η μετάδοση του μεταπνευμονοϊού γίνεται με άμεση ή στενή επαφή με μολυσμένες εκκρίσεις. Η τήρηση απόστασης από τον πάσχοντα άνω των 2m εκτιμάται ότι είναι ασφαλής για την αποφυγή λοίμωξης. Ο χρόνος επώασης δεν έχει καθοριστεί πλήρως και εκτιμάται σε 5 έως 9 ημέρες.
Αν και ο μεταπνευμονοϊός μπορεί να προκαλέσει εκδηλώσεις λοίμωξης αναπνευστικού σε άτομα κάθε ηλικίας, συμπτωματική λοίμωξη συμβαίνει κατά κανόνα σε βρέφη και παιδιά μικρής ηλικίας, καθώς και σε ηλικιωμένους. Η λοίμωξη παρουσιάζει εποχική κατανομή (φθινόπωρο, χειμώνα, αρχές άνοιξης).
Η λοίμωξη είναι κάθε άλλο παρά σπάνια. Πρόσφατη μελέτη σε νοσηλευόμενους ασθενείς έδειξε ότι ο μεταπνευμονοϊός αφορά περίπου στο 10% των αναπνευστικών λοιμώξεων. Παράλληλα τα δεδομένα υποδεικνύουν ότι τα περισσότερα παιδιά έχουν μολυνθεί ήδη τουλάχιστον μία φορά μέχρι την ηλικία των 5 ετών.
Κατά κανόνα ο μεταπνευμονοϊός σχετίζεται με ήπια, αυτοπεριοριζόμενη λοίμωξη αναπνευστικού. Εκτιμάται ότι η τυπική λοίμωξη περιλαμβάνει ασυμπτωματική περίοδο αρκετών ημερών, ακολουθούμενη από συμπτώματα ανώτερου αναπνευστικού για μια εβδομάδα. Στα συμπτώματα περιλαμβάνονται λαρυγγίτιδα, βήχας, ρινίτιδα, πυρετός. Ακολουθεί σταδιακή ύφεση των συμπτωμάτων.
Σε περιπτώσεις σοβαρής λοίμωξης, μετά τις πρώτες 2 ημέρες συμπτωμάτων λοίμωξης ανώτερου αναπνευστικού εμφανίζεται επιδείνωση της συμπτωματολογίας με συμπτώματα κατώτερου αναπνευστικού και σημεία βρογχίτιδας/ ασθματικής κρίσης. Τα συμπτώματα δύναται να διαρκέσουν μέχρι και εβδομάδες και να οδηγήσουν σε νοσηλεία, βρογχιολίτιδα, πνευμονία ή και σύνδρομο αναπνευστικής δυσχέρειας.
Ο μεταπνευμονοϊός παρουσιάζει με την πάροδο του χρόνου σημειακές μεταλλάξεις. Οι επαναλοιμώξεις δεν αποτελούν σπάνιο φαινόμενο. Συνήθως όμως έχουν ηπιότερη κλινική συμπτωματολογία σε σχέση με την πρώτη λοίμωξη.
Η διάγνωση της λοίμωξης από μεταπνευμονοϊό είναι εφικτή μέσω της ανίχνευσης του ιικού RNA με την τεχνική PCR. Δεν υπάρχει ειδική αντιική θεραπεία. Η θεραπεία είναι υποστηρικτική και προσαρμόζεται με βάση την κλινική συμπτωματολογία κάθε ασθενούς.
Μέχρι σήμερα δεν έχει αναπτυχθεί εμβόλιο για την πρόληψη της νόσου, η οποία βασίζεται στην τήρηση μέτρων προσωπικής υγιεινής και ατομικής προστασίας, που περιλαμβάνουν το πλύσιμο των χεριών, την τήρηση αποστάσεων. Τα παιδιά είναι δυνατό να μεταδίδουν τη λοίμωξη για πολλές μέρες. Η επιστροφή στη σχολική δραστηριότητα επιτρέπεται μετά την υποχώρηση της οξείας συμπτωματολογίας.