Η Virginia Apgar (1909-1974) ήταν αμερικανίδα γιατρός και ερευνήτρια. Το ομώνυμο τεστ που επινόησε αποτελεί ένα γρήγορο, οικονομικό και αποδοτικό τρόπο για την εκτίμηση της κλινικής υγείας του νεογνού στα πρώτα λεπτά της ζωής, αναγνωρίζοντας έγκαιρα την ανάγκη για υποστήριξη. Εκτιμάται ότι το APGAR score έχει μειώσει σημαντικά τη νεογνική θνησιμότητα και συνεχίζει να χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα.
H Apgar έλαβε το 1937 τον τίτλο ειδίκευσής της στην αναισθησιολογία ενώ αργότερα ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα της δημόσιας υγείας. Πρόκειται για την πρώτη γυναίκα που έλαβε θέση καθηγητή στο Columbia University College of Physicians and Surgeons. Ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τον τομέα της τερατογένεσης. Κατά τη διάρκεια της επιδημίας ερυθράς του 1964-65 λειτούργησε ως υπέρμαχος του καθόλικου εμβολιασμού του πληθυσμού με στόχο της μείωσης της μέτάδοσης της λοίμωξης από τη μητέρα στο έμβρυο. Στα πλαίσια της δραστηριότητάς της με στόχο τη μείωση των αυτόματων αποβολών και της νεογνικής θνησιμότητας προήγαγε τον έλεγχο ρέζους για την αναγνώριση κυήσεων υψηλού κινδύνου. Αφιέρωσε τη ζωή της στην πρόληψη των συγγενών ανωμαλιών, την έρευνα και την εκπαίδευση του κοινού για την αποτροπή τους.
Αν και η Apgar υποστήριζε ότι το φύλο της δεν αποτέλεσε εμπόδιο στην καριέρα της, σε ορισμένες περιπτώσεις έκανε αναφορά στις ανισότητες ανδρών και γυναικών στον εργασιακό στίβο και ιδιαίτερα όσον αφορά σε μισθολογικά ζητήματα. Προτίμησε να ασχοληθεί με νέους τομείς της ιατρικής όπου υπήρξε πρωτοπόρος και δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσει το ανδρικό κατεστημένο. Δεν συνταξιοδοτήθηκε ποτέ.
Παρέμεινε ενεργή μέχρι το θάνατό της από ηπατική ανεπάρκεια στις 7 Αυγούστου 1974 στο Columbia-Presbyterian Medical Center όπου είχε εκπαιδευτεί και εργαστεί για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της.