Ο αιμολυτικός στρεπτόκοκκος ομάδας Α (πυογόνος στρεπτόκοκκος) αποτελεί το συχνότερο αίτιο μικροβιακής φαρυγγίτιδας σε παιδιά και εφήβους.
Στα θερμά κλίματα η κορύφωση του αριθμού των κρουσμάτων εντοπίζεται κατά τη διάρκεια του χειμώνα και τις αρχές της άνοιξης.
Κατά κανόνα η στρεπτοκοκκική λοίμωξη εμφανίζεται αιφνίδια, με φαρυγγαλγία, που πολλές φορές συνοδεύεται από πυρετό, κοιλιακό άλγος, τάση για εμετό ή εμετό. Κατά την κλινική εξέταση δυνατό να διαπιστώνεται φλεγμονή των αμυγδάλων, συχνά με παρουσία εξιδρώματος, της σταφυλής, πετέχειες στην υπερώα, διόγκωση των λεμφαδένων του τραχήλου αλλά και παρουσία χαρακτηριστικού εξανθήματος που χαρακτηρίζεται ως οστρακιοειδές. Η συμπτωματολογία υποχωρεί κατά κανόνα εντός τριών με πέντε ημερών.
Για παιδιά μικρής ηλικίας, κάτω των τριών ετών, τα συμπτώματα συχνά διαφέρουν με συχνότερη την παρατεινόμενη ρινική συμφόρηση, χαμηλό πυρετό, υπνηλία ή ανησυχία, επηρεασμένη όρεξη και τραχηλική λεμφαδενίτιδα.
Η κλινική διάγνωση υποστηρίζεται από ανίχνευση αντίγονων του μικροβίου (StrepA test), ή ανάπτυξη του μικροβίου σε καλλιέργεια φαρυγγικού εκκρίματος. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η παρουσία του μικροβίου μπορεί να αναγνωριστεί ακόμα και σε άτομα χωρίς συμπτώματα τα οποία αποτελούν ασυμπτωματικούς φορείς ταυτόχρονα η ευαισθησία των μεθόδων δεν είναι απόλυτη, είναι όμως δυνατό να αναγνωρίσουν την ύπαρξη του μικροβίου σε ποσοστά που προσεγγίζουν το 95%.
Είναι απαραίτητο η λήψη του δείγματος να γίνει προ της έναρξης αντιβιοτικής αγωγής (ακόμα και μια δόση αντιβιοτικού μπορεί να αρνητικοποιήσει ψευδώς το αποτέλεσμα). Η λήψη γίνεται με χρήση στυλεού. Η σωστή λήψη, που γίνεται με έντονη σάρωση της επιφάνειας των αμυγδάλων και του φάρυγγα αλλά και την ταυτόχρονη αποφυγή της γλώσσας αλλά και της εσωτερικής επιφάνειας των παρειών, είναι σημαντική για την αξιοπιστία της εξέτασης.
Αν και στο μεγαλύτερο αριθμό περιπτώσεων η στρεπτοκοκκική λοίμωξη διαδράμει χωρίς επιπλοκές, σπάνια εξελίσσεται σε σοβαρή λοίμωξη δυνητικά επικίνδυνη για τη ζωή. Σε ορισμένες περιπτώσεις ο στρεπτόκοκκος μπορεί να οδηγεί σε ανάπτυξη περιαμυγδαλικού αποστήματος, ωτίτιδας, παραρρινοκολπίτιδας, αδενοφλέγμονα ή σε ρευματικό πυρετό, μεταστρεπτοκοκκική σπειραματονεφρίτιδα αλλά και νευροψυχιατρικά σύνδρομα.
Η αντιβιοτική αγωγή στοχεύει στην πρόληψη των πιθανών άμεσων και απότερων επιπλοκών, τη μείωση διασποράς του μικροβίου αλλά και στον περιορισμό της διάρκειας και σοβαρότητας των συμπτωμάτων.
Κατά κανόνα η συμπτωματολογία υποχωρεί εντός ενός με τριών εικοσιτετραώρων από την έναρξη της αντιβιοτικής αγωγής. Η μεταδοτικότητα περιορίζεται σημαντικά ήδη μετά την συμπλήρωση του πρώτου εικοσιτετραώρου από την έναρξη της αγωγής εφόσον παρατηρείται παράλληλα και υποχώρηση της συμπτωματολογίας.
Η στρεπτοκοκκική λοίμωξη δεν οδηγεί σε μόνιμη ανοσία και οι επανειλημμένες νοσήσεις από στρεπτόκοκκο δεν αποτελούν σπάνιο φαινόμενο. Στις περιπτώσεις αυτές ανάμεσα σε άλλα σημαντικό ρόλο έχει η επαναλοίμωξη του παιδιού από ασυμπτωματικό άτομο (φορέα) του στενού περιβάλλοντος (οικογένεια/ σχολείο).
Η τήρηση των βασικών κανόνων ατομικής υγιεινής και ιδιαίτερα ο καλός καθαρισμός των χεριών είναι σημαντικά για την πρόληψη της νόσου. Μέχρι σήμερα δεν έχει αναπτυχθεί εμβόλιο για την πρόληψη της λοίμωξης. Σημειώνεται ότι δεν συστήνεται προληπτικός έλεγχος/ θεραπεία ασυμπτωματικών ατόμων που έχουν έρθει σε επαφή με πάσχοντα.